- μετεφώνεε
- μεταφωνέωspeak amongimperf ind act 3rd sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κούφος — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 2 κάτ.) του νομού Χαλκιδικής. Βρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή της χερσονήσου της Σιθωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τορώνης. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός. 2. Πεδινός… … Dictionary of Greek
μεταφωνώ — μεταφωνῶ, έω (ΑΜ) μσν. μιλώ σε κάποιον πάλι, προσφωνώ κάποιον ξανά αρχ. 1. ομιλώ μεταξύ κάποιων («μετεφώνεε Μυρμιδόνεσσιν», Ομ. Ιλ.) 2. αποτείνω τον λόγο σε κάποιον, προσαγορεύω κάποιον 3. (κατ επέκτ.) διατάσσω. [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + φωνῶ… … Dictionary of Greek